Της Γιούλης Ηλιοπούλου
Ο Σεπτέμβρης είναι ο μήνας που συνδέεται πιο στενά απ’ όλους με την έννοια του σχολείου. Είναι ο μήνας που τα σχολεία ξανανοίγουν τις πόρτες τους για τους μαθητές μετά τις καλοκαιρινές διακοπές. Ο μήνας της αγοράς των σχολικών (θυμάμαι που με την κολλητή μου φίλη Δήμητρα πηγαίναμε στο ΑΣΤΕΡΙ, μαγαζί που δεν υπάρχει πια, εκεί που τώρα είναι η Εθνική Τράπεζα επί της Παναγή Τσαλδάρη-και εκστασιασμένες διαλέγαμε τα σχολικά μας είδη, τις μικρές πολύχρωμες γομούλες, τα τετράδια, τις τσάντες μας. Και πόσο μου άρεσε και ακόμα μου αρέσει η μυρωδιά των καινούργιων τετραδίων και βιβλίων.), ο μήνας των μαθημάτων, της επανασύνδεσης της παρέας που χάθηκε προσωρινά το καλοκαίρι, των καθηγητών και δασκάλων που με φορτισμένες τις μπαταρίες τους ξαναμπαίνουν στον «στίβο» της σχολικής αίθουσας για τη μεταλαμπάδευση της γνώσης. Όλα αυτά είναι οι πιο όμορφες και γλυκιές αναμνήσεις για τους περισσότερους από εμάς. Το ίδιο θα προσπαθήσω να κάνω στο άρθρο αυτό, να μεταφέρω αναμνήσεις πολύ παλιών εποχών της πόλης μας, του Περιστερίου, από τα σχολεία του και τους τότε μαθητές του, από τις συνθήκες ζωής τους, εντελώς διαφορετικές που ούτε καν μπορούν να φανταστούν οι σημερινοί νέοι, με υπερβολική αυστηρότητα, έλεγχο της εξωσχολικής τους ζωής, κακουχίες, δυσκολίες, πείνα, σκληρή δουλειά από μικρή ηλικία- ενίοτε 12 και 14 ετών- αλλά και αισιοδοξία και πρόοδο.
Όλα αυτά από την έρευνα του Γιώργου Χριστοφιλόπουλου, συγγραφέα πολλών βιβλίων που αφορούν το Περιστέρι.
Η «Παράγκα», το ιστορικό σχολείο του Περιστερίου
Το επίσημο όνομα της παράγκας ήταν «ΙΑ’ Μικτό Αθηνών». Βρισκόταν στο τέλος της οδού Ρούσβελτ (τότε λεγόταν Ολυμπίας), επάνω σε έναν μικρό λόφο που υπάρχει και σήμερα. Επρόκειτο για μία μεγάλη ξύλινη παράγκα, ελαφρώς υπερυψωμένη, με ξύλινο υπόστεγο που κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος της αυλής και τις βρύσες. Με την έναρξη της πρώτης σχολικής χρονιάς της (σχολικό έτος 1939-40) η παράγκα υποδέχτηκε, μετά από εισαγωγικές εξετάσεις, 60 περίπου παιδιά. Την πρώτη εκείνη χρονιά οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερα δύσκολες για τους μαθητές. Χωρίς θρανία και καρέκλες, ο κάθε μαθητής έφερνε το καρεκλάκι του ή το σκαμνάκι του από το σπίτι. Οι καθηγητές κι αυτοί όρθιοι, μέχρι να περάσει ο καιρός και να φτάσουν εκεί θρανία, πίνακες και έδρες. Χαρακτηριστικό των συνθηκών που επικρατούσαν ήταν ότι μερικά χρόνια μετά την ίδρυσή της, το κτίριο της παράγκας άρχισε να γέρνει, με κίνδυνο για τους μαθητές. Την ευθύνη για την αποκατάσταση ανέλαβαν αφιλοκερδώς δύο μαραγκοί του Περιστερίου, ο Νίκος Κομνηνός και ο Απόστολος Τικόπουλος, οι οποίοι με τρεις κορμούς κυπαρισσιών στερέωσαν το σχολείο και επιπλέον έφτιαξαν τα ταβάνια!
Όλοι παραδέχονται ότι το ξύλινο αυτό Γυμνάσιο, ήταν ένα σχολείο σοβαρό, τα παιδιά του οποίου φοιτούσαν με αγάπη, σύμπνοια και αλληλοσεβασμό. Ίσως ήταν η φυσική αντίδραση, η συσπείρωση γύρω από αγαπημένα πράγματα, όταν οι εξωτερικές συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολες. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι μαθητές που τελείωναν τα δημοτικά του Περιστερίου, δεν επέλεγαν τα «καλά» σχολεία του κέντρου, το Λεόντειο, το Αρσάκειο ή το Βαρβάκειο, αλλά την παράγκα. Κι επειδή μετά από λίγα χρόνια οι αίθουσές του δεν χωρούσαν τόσους μαθητές, στην οδό Επιδαύρου, σε μικρή απόσταση «το παράρτημα του Τσάκωνα», ένα διώροφο σπίτι μεταβλήθηκε σε σχολείο, για να καλύψει τις ανάγκες της παράγκας. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην παράγκα έρχονταν και μαθητές από γύρω περιοχές, ιδιαίτερα από το Αιγάλεω. Στην παράγκα οι περιορισμοί δεν ήταν υπερβολικοί. Σαφώς οι ενδυματολογικοί: μπλε ποδιά, με λευκό γιακαδάκι για τα κορίτσια, το σκούρο μπλε πηλίκιο με την κουκουβάγια για τα αγόρια.
Από την παράγκα αποφοίτησαν περισσότερα από 1.500 παιδιά, που διέπρεψαν ποικιλοτρόπως σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Να μην ξεχάσουμε το όνομα του πρώτου γυμνασιάρχη της παράγκας, του φιλολόγου Φωκίωνα Αμπατζή.
Η παράγκα λειτούργησε μέχρι το 1962, με μεγάλες διακοπές ενδιάμεσα (να σημειωθεί ότι στα Δεκεμβριανά έγινε κέντρα στρατολογίας του ΕΛΑΣ). Τα παιδιά της βίωσαν όλο τον κύκλο των τραγικών γεγονότων που συνέβησαν στη χώρα από την απελευθέρωση του ’44 και μετά και μέτρησαν και τα ίδια απώλειες και συμφορές. Σήμερα η παράγκα έχει μείνει στο μυαλό των Περιστεριωτών σύμβολο και γλυκιά ανάμνηση όσων πήρε μαζί του ο χρόνος, ευχάριστων και τραγικών.
Ο έλεγχος της εξωσχολικής ζωής και η μεγάλη αυστηρότητα
Η εποπτεία και ο έλεγχος της εξωσχολικής ζωής των μαθητών στις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60 ήταν μια σκληρή πραγματικότητα για τους μαθητές. Μάλιστα για την εφαρμογή τους αφιερώνονταν αμέτρητές πολύτιμες διδακτικές ώρες και επιβάλλονταν κάθε τόσο αψυχολόγητες ποινές, που ζημίωναν το απαραίτητο και στα σχολεία κλίμα συνεργασίας. Στο Γυμνάσιο της Παράγκας τον ρόλο αυτό διαδραμάτιζε ένας εξαιρετικά αυστηρός καθηγητής, άτεγκτος μέχρι σκληρότητας, μοίραζε τις αποβολές με το παραμικρό και τα σχόλιά του εις βάρος των παραβατών έσταζαν φαρμάκι. Ο σιδερένιος κανόνας ήταν γι’ αυτόν ότι όλα απαγορεύονταν εκτός από όσα ρητά επιτρέπονταν. Το να θεαθεί κάποια μαθήτρια στο δρόμο χωρίς την καθιερωμένη μπλε ποδιά, η τα αγόρια χωρίς το σκούρο μπλε πηλήκιο με το σύμβολο της σοφίας, την κουκουβάγια, όπως και το να κυκλοφορεί ένα παιδί το βράδυ, πέρα από την καθορισμένη ώρα, αποτελούσε εκτροπή και συνεπαγόταν τιμωρία. Το ίδιο και η παρακολούθηση θεατρικών και κινηματογραφικών έργων. Ο Χρήστος Γιαννόπουλος, μαθητής του νυχτερινού Γυμνασίου πήρε 4 ημέρες αποβολή γιατί τον είδαν να παρακολουθεί στον Φοίβο, παραμονές Πάσχα, την υπερπαραγωγή της εποχής QUO VADIS.
Σχολείο και δουλειά
«Ο Νίκος Τσιώκος ήταν μαθητής στο 2ο δημοτικό σχολείο, το Πέτρινο, όταν έβγαλε τα πρώτα του λεφτά. Πήγαινε μετά το μάθημα και ξεσκόνιζε τους πελάτες στο κουρείο του Τσιλιγιάννη, μερικά στενά πιο πέρα από το σχολείο. Μετά πήγε στην Αθήνα στην οδό Λυκούργου κοντά στην Ομόνοια σε ένα κουμποτρυπάδικο. Μια επιχείρηση φασόν όπου έφτιαχναν με ειδικές μηχανές κουμπότρυπες σε ρούχα-αυτός ήταν στο κουβάλημα. Κάθε πρωί πήγαινε με τα πόδια απ΄το Ρουπάκι που έμενε στο Ροσινιόλ να πάρει το λεωφορείο και τον ίδιο ποδαρόδρομο έκανε και το βράδυ. Το μεροκάματό του ήταν 15 δραχμές και το έδινε όλο στο σπίτι. Ήταν τόσες οι ανάγκες που οι γονείς του δεν είχαν τη δυνατότητα να του αφήσουν και αυτού κάτι. Να πιει μια πορτοκαλάδα με τους φίλους του την Κυριακή. Ήταν το έτος 1958 και ο Νίκος ήταν μόνο 14 ετών.»
Για 50 και πλέον χρόνια μόρφωσε τους Περιστεριώτες
Η αναφορά στη σχολική ζωή στο Περιστέρι δεν μπορεί να παραλείπει το εμβληματικό «Πέτρινο» ή αλλιώς το σχολείο της Φρειδερίκης (γιατί στα εγκαίνιά του παραβρέθηκε όντως η βασίλισσα). Το 1948, ο Κακλαμάνος και ο Καστριώτης, δώρισαν το συγκεκριμένο οικόπεδο στο δήμο και επί δημαρχίας Ξηρίδη, άρχισε η οικοδόμηση του γνωστού μας «Πέτρινου», που αποπερατώθηκε το 1950. Έτσι το 2ο Δημοτικό ξεκινά τη λειτουργία του, για να διδάξει τις περιστεριώτικες γενιές από το σχολικό έτος 1950-51 μέχρι και το 2005-2006, οπότε και μεταφέρθηκε στο ακριβώς απέναντί του νέο σύγχρονο κτίριο. Οι ιστορίες από τη ζωή στο Πέτρινο άπειρες (πόσες δεν έχω ακούσει από τους γονείς μου και άλλους συγγενείς) που όμως ο περιορισμός χώρου των σελίδων μιας εφημερίδας, δεν επιτρέπει να αποδελτιωθούν. Παρόλα αυτά, αν μιλήσεις με τους πιο παλιούς μαθητές του Πέτρινου, θα δεις τη νοσταλγία στα μάτια τους, για το σχολείο τους, τις γιορτές του, τις γυμναστικές επιδείξεις, για τους παλιούς καθηγητές που δεν υπάρχουν πια και την περηφάνια τους ως μαθητές του συγκεκριμένου σχολείου, που, όπως όλοι λένε, έβγαλε μεγάλα μυαλά και αξιόλογους επιστήμονες.
Με πληροφορίες από το βιβλίο του Γιώργου Χριστοφιλόπουλου « Η πόλη έχει τη δική της ιστορία», Τόμος Α’, Περιστέρι 2010.
Φωτογραφίες:
-Γ’ Δημοτικού-4ο , 1956, Αρχείο Χαράλαμπου Σφαιρόπουλου
-Αρχείο Δημητρίου Τικόπουλου 1933, Μπροστά στην Παράγκα.
- Απολυτήριο του 1932!