Οι εικόνες του δρόμου βγάζουν «ήχο» νοσταλγίας

Της Γιούλης Ηλιοπούλου

Συμβολή των οδών Σαρανταπόρου και Αγίου Βασιλείου. Το γκρίζο αστικό περιβάλλον χρωματίζεται από 2 πανέμορφα graffiti (ακόμη κι αν αυτά είναι ασπρόμαυρα). Στις 2 πλευρές εγκατάστασης της ΔΕΗ οι δύο μεγάλοι του ελληνικού τραγουδιού, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και ο Γιάννης Πουλόπουλος, με την υπογραφή του Περιστεριώτη street artist Bleeps (bleeps.gr). Η μπροστά και η πίσω πλευρά. Σαν τις 2 πλευρές ενός νομίσματος που «αγοράζει» μαζί όλες μας τις αναμνήσεις από παλιές εποχές, όταν η λαϊκή μουσική ήταν όντως αυθεντικά λαϊκή, όταν η νότες από το μπουζούκι και τα λόγια των τραγουδιών έμοιαζαν πιο αθώα και πιο αληθινά. Ο περαστικός, στη θέα των 2 ομολογουμένως πολύ όμορφων graffiti, νιώθει νοσταλγία. Σε κάποιους ίσως έρθουν στο μυαλό μελωδίες και στίχοι τραγουδιών. Αν κάτι σίγουρα χαρακτηρίζει το Περιστέρι είναι η γνήσια λαϊκή του πλευρά, το λαϊκό του παρελθόν (παρόλο που σήμερα έχει γίνει ένα μοντέρνο προάστιο, που εξελίσσεται ταχύτατα, παρόλα τα προβλήματα που ακόμη το ταλαιπωρούν. Και αυτοί οι δύο αγαπημένοι καλλιτέχνες που ζωγραφίστηκαν στους δρόμους του αντιπροσωπεύουν ακριβώς αυτά. Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο «σερ» του ελληνικού τραγουδιού, γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1922, σε μια φτωχογειτονιά του Περιστερίου, στην οδό Μυκηνών 9.  Ήταν ο μικρότερος γιος μιας φτωχής οκταμελούς οικογένειας που πάλευε να τα βγάλει πέρα στα δύσκολα χρόνια του Μεσοπολέμου, δούλεψε ως υδραυλικός και ταυτόχρονα μάθαινε κιθάρα. Τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι έγιναν σ' ένα ταβερνάκι της γειτονιάς του. Η συνέχεια λίγο πολύ γνωστή. Τραγούδησε κάποια από τα πιο εμβληματικά τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας, με έντονο κοινωνικό στίγμα, αφού εκτέλεσε μοναδικά τον Επιτάφιο του Γιάννη Ρίτσου και τη μεγαλειώδη μουσική του Θεοδωράκη.

Ο έτερος εικονιζόμενος, ο Γιάννης Πουλόπουλος, κι αυτός μεγάλωσε στο Περιστέρι και έπαιξε στον Ατρόμητο στη μικρή του ηλικία. Αυτός πιο «ρομαντικός», τραγούδησε μερικά από τα πιο όμορφα ερωτικά λαϊκά τραγούδια. Ο Πουλόπουλος «έφυγε» πρόσφατα αλλά τα τραγούδια του για τις αγάπες μιας άλλης εποχής, τότε που οι ερωτευμένοι τα σιγοτραγουδούσαν και έλιωναν, δεν θα σβήσουν ποτέ, γιατί είναι χαραγμένα στις καρδιές των νεανικών ερώτων.

Για το τέλος, εύχομαι όλο και περισσότερα παρόμοια graffiti να γεμίσουν τους περιστεριώτικους δρόμους. Με αγαπημένους καλλιτέχνες, με αγαπημένες μορφές, ίσως με στίχους τραγουδιών, με κάθε λογής έργα τέχνης του δρόμου,  για να γίνουν οι καθημερινές μας στιγμές, οι μέρες μας πιο όμορφες.