Εγκαινιάζοντας μία νέα στήλη, με τίτλο «το Περιστέρι μου», μία στήλη με ερωτήσεις σε πρόσωπα του Περιστερίου, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αποτελούν μέρος της ιστορίας της πόλης, κομμάτι της καθημερινότητάς μας και των αναμνήσεών μας…
Θυμάμαι στα μαθητικά μου χρόνια, μετά το σχολείο, ένα τσούρμο μαθητούδια, μικρά κορίτσια, με την παραφορτωμένη τσάντα στην πλάτη, να κάνουμε στάση έξω από ένα μικροσκοπικό μαγαζάκι, στην Εθνικής Αντιστάσεως, που μετά βίας χωρούσαμε και να ψωνίζουμε ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί. Σκουλαρικάκια, δαχτυλίδια, βραχιολάκια, κουκλάκια με συνημμένες καρδούλες για τα πρώτα «πονηρά» μας δώρα, τσάντες και κοκαλάκια. Το μαγαζί ήταν το «επικό» Λυχνάρι, με ιδιοκτήτη τον Κώστα Μαυροειδή, τον αγαπημένο μας Κώστα, ο οποίος με την ίδια πάντα οικειότητα μας υποδεχόταν και συνεχίζει να μας υποδέχεται μέχρι και σήμερα, τόσα χρόνια μετά, χωρίς να έχει αλλάξει καθόλου, μένοντας πάντα ένα πρόσωπο- σταθμός στην περιστεριώτικη καθημερινότητα.
Γι’ αυτό και στην πρώτη μου συνέντευξη στη στήλη αυτή απευθύνθηκα στον Κώστα.
- Τι κάνει κάποιον Περιστεριώτη; Δεν θα αρκεστώ να απαντήσω με το αναμενόμενο «να έχει γεννηθεί στο Περιστέρι!» Γιατί, κατά τη γνώμη μου, αυτό μόνο του ΔΕΝ αρκεί. Χρειάζεται να αγαπάς τούτο τον τόπο, να χαίρεσαι μεν, αλλά και να φροντίζεις τους κοινόχρηστους χώρους του, να είσαι υπερήφανος για την καταγωγή σου αλλά και τους προγόνους σου, που σου κληροδότησαν τούτο τον τόπο, τον ποτισμένο με ιδρώτα και αίμα και να σέβεσαι πάνω απ’ όλα τους αγώνες όσων προηγήθηκαν, για να έχεις τώρα εσύ ένα σημείο αναφοράς, που δεν σε κάνει να ντρέπεσαι, κι έναν τόπο να σταθείς, να δημιουργήσεις, να βλέπεις τους κόπους σου να παράγουν καρπούς!
- Τι σου αρέσει περισσότερο στο Περιστέρι; Μα, οι άνθρωποί του! Σαν γεωγραφικός τόπος δεν έχει κάτι ιδιαίτερο να επιδείξει. Έχει όμως τις φιλότιμες ψυχές όσων άφησαν και αφήνουν καθημερινά το ίχνος του σε κάθε γωνία και κάμαρα αυτής της πόλης. Το ότι βγαίνω να περπατήσω και ανταμώνω πρόσωπα που μου χαμογελούν και χαιρετιόμαστε με τα μικρά ονόματά μας.
- 3 πράγματα που θα άλλαζες στο Περιστέρι. Πρώτον και καλύτερο εμένα τον ίδιο, για να μπορώ να καυχιέμαι πως δεν υπάρχει κάτι ακόμα που θα έπρεπε να κάνω για την πόλη μου και δεν το έκανα. Θα άλλαζα τη νοοτροπία μέσω μιας επίμονης και εμπνευσμένης παιδείας όλων όσων δε σέβονται τις κοινές μας ανάγκες, όσων ρυπαίνουν τη ματιά μας με κάθε λογής ασχήμια και τρίτον θα φρόντιζα να ανεβάσω το πολιτιστικό διαθέσιμο τούτης της πόλης από την αφάνεια στα ύψη, ώστε να συμπαρασύρουμε κι όσους ακόμα αρκούνται της σημερινής τεχνολογίας. Υπάρχει τόσο τεράστια παραγωγή πολιτιστικού έργου εκεί έξω, που μου είναι αδιανόητο η πλειοψηφία των συμπολιτών μου να αρκούνται στο …τίποτα!
- Ποιο είναι το ομορφότερο σημείο στο Περιστέρι; Νομίζω πως το Άλσος μας ήταν ανέκαθεν και εξακολουθεί να είναι σημείο αναφοράς και…επίδειξης ημών των γηγενών προς κάθε επισκέπτη καλεσμένο μας. Και το κάνουμε με υπερηφάνεια, ιδίως κατά την περίοδο των θερινών μηνών, όταν η μία άρτια καλλιτεχνική εκδήλωση διαδέχεται την άλλη. Άλλωστε η προσέλευση και μόνο του κοινού μαρτυρά την ανάγκη τούτου του τόπου για ποιοτική αναβάθμιση, η οποία οφείλει να είναι συνεχές ζητούμενο για κάθε διοίκηση.
- Εδώ γεννήθηκες; Για όσους θυμούνται τη θρυλική κλινική «Νικολάου» εν έτει 1956 (!), κάνοντας δύσκολη τη ζωή της μανούλας μου επί τρία μερόνυχτα, από τότε! Οπότε γεννήθηκα στο κέντρο αυτής της πόλης και στο κέντρο της έθεσα εαυτόν στις υπηρεσίες των συμπολιτών μου, είτε ως καταστηματάρχης (επί 38 χρόνια στο ΛΥΧΝΑΡΙ), είτε αφιερώνοντας χιλιάααδες εργατοώρες ως εμπνευστής και μέλος της ΚΙΒΩΤΟΥ, επίσης αναδεικνύοντας τον πολιτισμό σε κάθε μορφή του, επ’ όφελος της νεολαίας, και όχι μόνο, της πόλης μας.
- Πότε άνοιξες το «Λυχνάρι»; Το ΛΥΧΝΑΡΙ ήταν η «έμπνευση ζωής» για μένα που γονιμοποιήθηκε το 1981! Κι έκτοτε είναι το «παιδί μου»(μοναχοπαίδι ως το 2013, οπότε άνοιξα δίπλα δίπλα και το έτερο αδελφάκι του, το LOLLIPOP).Οπότε τώρα μπορώ να θεωρούμαι…πολύτεκνος, καθότι εκτός από τα δύο φυσικά παιδιά μου (τη Μυρίνη και τον Χρήστο), έχω και τα δύο «παιδιά μαγαζιά μου».
- Γιατί το όνομα «Λυχνάρι»; Πρώτον διότι είναι μία υπέροχα εύηχη λέξη, χωρίς τίποτα το υπερφίαλο ή ενοχλητικό και δεύτερον για να παραπέμπει στο …ΛΥΧΝΑΡΙ του…ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝ, ουπς…σόρυ, του ΑΛΑΝΤΙΝ ήθελα να πω! Κάτι ούτως ή άλλως μαγικό δηλαδή.
- Πώς θα χαρακτήριζες με ένα επίθετο το Περιστέρι και τους Περιστεριώτες; Νομίζω πως δεν θα τους αδικούσε η λέξη «Αγωνιστές», γιατί τίποτα δεν τους δόθηκε έτοιμο και σαν πόλη, ναι, είναι μία πόλη χωρίς τίποτα το υπερφίαλο, χωρίς τίποτα το χαρισμένο, χωρίς τίποτα το τυχαίο! Άρα, θα χαρακτήριζα για όλους αυτούς τους λόγους «Αγωνιστούπολη» και το Περιστέρι…
- Κάτι που είχε το Περιστέρι, δεν υπάρχει πια και σου λείπει. Η συμμετοχικότητα που υπήρχε προ 15-20 ετών, που αρκούσε ένα σφύριγμα, ένα σύνθημα, ένα λάβαρο, μία ιδέα, για να τους βγάλεις όλους, μικρούς και μεγάλους έξω από τα σπίτια τους και τη βόλεψή τους, στους δρόμους. Αυτό είναι ένα από τα βασικά που μου λείπουν από την πόλη μας σήμερα και που βλέπω πως έχει μετατραπεί σε μία άγευστη και άχρωμη, θλιβερά επαναλαμβανόμενη ατομικότητα.
- Πού θα πήγαινες κάποιον που έρχεται για πρώτη φορά στο Περιστέρι; Μα στο Άλσος, πού αλλού; Τουλάχιστον να γευθεί λίγη εναπομείνασα φύση και καθαρό περιβάλλον. Ελλείψει χώρων όπως μουσεία, χώρων τέχνης, ανοιχτών εργαστηρίων, όπου να παρουσιάζονται εναλλασσόμενες δραστηριότητες, πειραματικών θεατρικών ομάδων, μουσικών σχημάτων, εικαστικών δρώμενων και χίλια όσα άλλα απουσιάζουν εντελώς από την καθημερινότητά μας.
- Περιστεριώτικο καρναβάλι. Αν θυμάμαι καλά διοργάνωνες «το κυνήγι του θησαυρού». Τι θυμάσαι από αυτό; Αν οι μνήμες είχαν τον τόπο να βγουν από το σεντούκι του μυαλού μου, θα τρόμαζαν ίσως τους περιοίκους, με τον θόρυβο και την έντονη παρουσία τους! Τι να πρωτοθυμηθώ; Μία πόλη ολόκληρη να κινητοποιείται και να βγαίνει στους δρόμους, σε πλατείες, σε στενά. Μία νεολαία επί ένα μήνα να ενεργοποιείται και να συμμετέχει ακούραστα και δημιουργικά, συμπαρασύροντας με το χιούμορ και τη φαντασία της τον κάθε…επιφυλακτικά διακείμενο ως προς αυτό. Τα πολύχρωμα θορυβώδη μπουλούκια που συναγωνίζονταν ποιο θα ξεπεράσει το άλλο στο όνομα και για την τιμή του σχολείου ή της γειτονιάς του. Όλα αυτά έγιναν, ως διά μαγείας αλοιφή, ποδοπατήθηκαν και ξεχάστηκαν στο όνομα…δήθεν μια ς επελθούσας κρίσης -λες και η Πάτρα δεν έχει κρίση, λες και το Ρίο Ντε Τζανέιρο ζει μέσα στη χλιδή- αλλά και μιας πολτοποιητικής ομογενοποιήσης που ήθελε χειροκροτητές και μόνο, κι όχι «εκατοντάδες δημιουργούς …με αιτία»!
- Η καλύτερη και η χειρότερη στιγμή σου στο Περιστέρι. Καλύτερες στιγμές, όταν παρήγαμε ιδέες που υλοποιούσαμε άμεσα, με τη συμμετοχή εκατοντάδων και χιλιάδων συμπολιτών μας, ως «ΟΜΑΔΑ ΦΙΛΩΝ ΤΕΧΝΗΣ και ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΙΒΩΤΟΣ» και η χειρότερη όταν «έπεσε αυλαία» σε όλο αυτό το διαδραστικό πανηγύρι αισθήσεων και ευαισθησιών και βλέποντας πια πού έχει οδηγήσει αυτή η …άνωθεν επιβεβλημένη απραξία των παιδιών αυτής της πόλης.
- Σε ποιο σημείο της πόλης μένεις; Σε μία περιοχή που κάποτε έσφυζε από ζωή ως πρώην βιομηχανική ζώνη της πόλης μας, στο Μπουρνάζι και που κάποια στιγμή βαφτίστηκε «πολιτιστικό κέντρο» της πόλης (!!!), επειδή…έσφυζε από καφέ και ξενυχτάδικα και που τώρα κυριαρχεί η παρακμή και η εγκατάλειψη.
- Το πρώτο πράγμα που θα έκανες αν γινόσουν δήμαρχος Περιστερίου. Θα ήταν να αναδείξω κάθε ρανίδα πολιτιστικής ικμάδας αυτής της πόλης, όπου κι αν είναι κρυμμένη! Να αποδείξω πως πέρα από το…ποδόσφαιρο, τα καφέ και τα ξενυχτάδικα , υπάρχουν δυνάμεις άφαντες από τα μάτια των συμπολιτών μας, επειδή δεν τους δίνονται παρά ελάχιστες ευκαιρίες για να αναδειχτούν και να βγουν στην επιφάνεια, ώστε να συμπαρασύρουν και τις πλατιές μάζες που τώρα απλώς…υπάρχουν για να τροφοδοτούν τη «βαριά μας βιομηχανία», τη «νυχτόβια αμηχανία»!
- Εκτός από το Περιστέρι, πού αλλού θα ήθελες να κατοικείς; Το πάθος μου γι’ αυτή την πόλη, που μεταφράστηκε σε εμπλοκή μου με τα κοινά, τα πολιτιστικά, μέσω της ΚΙΒΩΤΟΥ, επί 20 και βάλε χρόνια, της αρθρογραφικη΄ς μου εμπλοκής στον «ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΔΙΑΛΟΓΟ» επί 4 χρόνια. Την ανάμειξή μου σ’ έναν νευραλγικό τομέα ως επί τρεις θητείες προέδρου του εμπορικού συλλόγου, αποδεικνύουν πως μάλλον…δεν θα με κέρδιζε κανείς άλλος τόπος σε δεσμό μαζί του, τόσο άρρηκτα και τόσο σοβαρά.
- Με ποιο μουσικό κομμάτι θα ταύτιζες τους Περιστεριώτες; Με το «Για πού το’ βαλες καρδιά μου, μ’ ανοιχτά πανιά..» του υπέροχα λυρικού Ορφέα Περίδη. Νομίζω ότι τα λέει όλα για μας!