Της Γιούλης Ηλιοπούλου
«Γιατί εκείνο πια το δείλι,
σαν άρρωστος, καιρό, που πρωτοβγαίνει
ν' αρμέξει ζωή απ' τον έξω κόσμον,
ήμουν περπατητής μοναχικός στο δρόμο
που ξεκινά από την Αθήνα κι έχει
σημάδι του ιερό την Ελευσίνα.
Τι ήταν για μένα αυτός ο δρόμος πάντα
σα δρόμος της Ψυχής... Φανερωμένος
μεγάλος ποταμός, κυλούσε εδώθε
αργά συρμένα από τα βόδια αμάξια,
γεμάτα αθεμωνιές ή ξύλα, κι άλλα
αμάξια, γοργά που προσπερνούσαν,
με τους ανθρώπους μέσα τους σαν ίσκιους...
Μα παραπέρα, σα να χάθη ο κόσμος
κι έμειν' η φύση μόνη, ώρα κι ώρα
μιαν ησυχία βασίλεψε... Κι η πέτρα,
π' αντίκρισα σε μια άκρη ριζωμένη,
θρονί μού φάνη μοιραμένο μου ήταν
απ' τους αιώνες.» […]
Ιερά Οδός, Άγγελος Σικελιανός , 1935
Με μήκος 22 χιλιόμετρα, ξεκινώντας από την Ιερά Πύλη στην περιοχή του Κεραμεικού, κοντά στο Δίπυλο και φτάνοντας στην Ελευσίνα, στον ιερό χώρο των Μυστηρίων, η Ιερά Οδός ήταν ένας από τους σημαντικότερους δρόμους της αρχαιότητας. Ήταν ο δρόμος που ένωνε την πόλη των Αθηνών με την Ελευσίνα και το Θριάσιο Πεδίο, εκεί που μία φορά το χρόνο τελούνταν τα περίφημα και ανεξήγητα σχετικά με τον ακριβή χαρακτήρα τους, Ελευσίνια μυστήρια.
Η Ιερά Οδός, αυτός ο ιερός δρόμος των πιστών της Δήμητρας, σήμερα παραμένει μάρτυρας της ιδιαίτερα γοητευτικής ιστορίας αυτού του χώρου της Αττικής γης, χωρίς όμως να έχει την ανάδειξη που θα έπρεπε. Η αρχαία ιστορία δεν αφήνεται να είναι παρούσα σε όλο το μήκος της οδού, η οποία έχει παραδοθεί στις ποικίλες επιθέσεις του χρόνου, της τσιμεντοποίησης, της αδιαφορίας - εσκεμμένης ή μη- και τελικά της λήθης. Τα αρχαία μνημεία- και πόσο μάλλον ένα μνημείο τόσης έκτασης και σημασίας, όπως η Ιερά Οδός- «απαιτούν» την προστασία μας, το ενδιαφέρον μας. Αν τα γνωρίσουμε, αν προσδιορίσουμε τη λειτουργία και τη σημασία τους, ίσως τα νοηματοδοτήσουμε και τα σημασιοδοτήσουμε ανάλογα.
Η ιστορία
Η Ιερά Οδός είναι μάλλον ο αρχαιότερος γνωστός δρόμος της Ευρώπης.
Στην αρχαιότητα κάθε δρόμος που ένωνε μια πόλη με ένα μεγάλο περιφερειακό ιερό λάμβανε την ονομασία «ιερά οδός». Ο συγκεκριμένος δρόμος που ένωνε την πόλη των Αθηνών με την Ελευσίνα συμβόλιζε την ένωση του άστεως (της πόλης) με το σημαντικότατο ιερό στα σύνορα της Αττικής με τη Μεγαρίδα. Από επιγραφές και αρχαία ορόσημα γνωρίζουμε ότι η επίσημη ονομασία της αθηναϊκής Ιεράς Οδού ήταν «Ελευσινιακή» και υποθέτουμε πως διαμορφώθηκε κατά την Υστεροελλαδική περίοδο (1600-1100 π.Χ.) από κατοίκους της Αθήνας που ήθελαν να φτάσουν στον σημαντικό οικισμό της Ελευσίνας και αντίστροφα. Η έναρξη της λατρείας της Δήμητρας στην ευρύτερη περιοχή χρονολογείται γύρω στον 11ο αιώνα π.Χ. ή και νωρίτερα. Γύρω στα μέσα του 8ου αιώνα, όταν οι εορτασμοί και οι θυσίες στην Ελευσίνα καθιερώθηκαν επίσημα βάσει δελφικού χρησμού, η πορεία της Ιεράς Οδού πρέπει να είχε παγιωθεί σε μεγάλο βαθμό. Κατά το δεύτερο ήμισυ του 6ου αιώνα, δηλαδή επί του τυράννου Πεισίστρατου [605(;)-527 π.Χ.] και των γιων του, η Ελευσίνα προσαρτήθηκε οριστικά στο αθηναϊκό κράτος και το ιερό λαμπρύνθηκε με νέα κτίσματα και προβλήθηκε σε πανελλήνιο επίπεδο. Τότε ολοκληρώθηκε και η διαμόρφωση της Ιεράς Οδού, που μέσω πολλαπλών επισκευών παρέμεινε σε χρήση καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας.
Γύρω από την αρχαία Ιερά Οδό τοποθετήθηκαν ποικίλα θρησκευτικά μνημεία, που είχαν σχέση κατά κύριο λόγο με την ελευσινιακή πομπή αλλά και πολυάριθμα νεκροταφεία και ταφικά μνημεία (είναι γνωστό ότι οι Αθηναίοι επιθυμούσαν οι τάφοι τους να βρίσκονται σε κοινή θέα, σε περιοχές με αυξημένη κίνηση και κατά μήκος πολυσύχναστων δρόμων), από τα οποία πολλά έχει φέρει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη ενώ άλλα έχουν καταπατηθεί και έχουν εξαφανιστεί κάτω από τη μεταγενέστερη ανθρώπινη επέμβαση.
Με τη σταδιακή επικράτηση του Χριστιανισμού τα ιερά της Ελευσίνας παρήκμασαν. Όμως η χαριστική βολή δόθηκε από τους Βησιγότθους του Αλάριχου (περ. 370-410), οι οποίοι το 395 μ.Χ. εισέβαλαν στον ιερό χώρο της Ελευσίνας, καταλεηλάτησαν και τον κατέστρεψαν. Παρόλα αυτά η χρήση της Ιεράς Οδού συνεχίστηκε επί πολλούς αιώνες ακόμη, καθώς ο δρόμος εξυπηρετούσε την επικοινωνία της Ελευσίνας και των γύρω χωριών με την Αθήνα. Παράλληλα ήταν η κύρια οδική αρτηρία στην οποία κατέληγαν οι δρόμοι από την Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα. Κατά τον 19ο αιώνα πολλά τμήματα της αρχαίας οδού ήταν ορατά ή ακόμα και σε χρήση. Η Ιερά Οδός παρέμεινε ο κύριος δρόμος μετάβασης από την Αθήνα στη δυτική Αττική έως τον Νοέμβριο του 1962, όταν παραδόθηκε η ταχείας κυκλοφορίας εθνική οδός Αθηνών-Κορίνθου (η λεωφόρος Καβάλας ή Αθηνών). Στο 11ο χιλιόμετρό της, δηλαδή στο ύψος της μονής Δαφνίου, αυτή η ταχείας κυκλοφορίας λεωφόρος συναντά την Ιερά Οδό και συνεχίζει ακολουθώντας χονδρικά την πορεία του αρχαίου δρόμου. Όσον αφορά το τμήμα της Ιεράς Οδού πριν από τη συμβολή με την εθνική Οδό Αθηνών-Κορίνθου, παρέμεινε στα χνάρια της αρχαίας διαδρομής, αν και διαπλατύνθηκε σημαντικά λόγω μεγάλης κυκλοφορίας.
Τμήματα της αρχαίας οδού έχουν ανασκαφεί σε δεκάδες σημεία του συνολικού μήκους της, αλλά η οικονομία του χώρου δεν επιτρέπει να τα αναφέρω αναλυτικά. Όλα τα οδοστρώματα αποτελούνται από τη λειασμένη επιφάνεια του φυσικού βράχου (κιμηλιά) ή είναι κατασκευασμένα από χαλίκια ή βότσαλα και μικρούς αδούλευτους λίθους μπηγμένους σε σκληρό χωμάτινο υπόστρωμα ή λιθόστρωτα. Το πλάτος του δρόμου ορίζεται από αναλημματικούς τοίχους μικρού ύψους, κατασκευασμένους από μεγαλύτερους λίθους. Αυτά τα δομικά χαρακτηριστικά βρίσκονται σχεδόν σε όλα τα τμήματα οδοστρώματος που έχουν ανασκαφεί καθ’ όλο το μήκος της Ιεράς Οδού και χρονολογούνται από τα Αρχαϊκά, Κλασικά και Ελληνιστικά χρόνια.
Ο ανασκαφέας Ιωάννης Τραυλός περιγράφει τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά της Ιεράς Οδού:
«Το πλάτος της (...) περιορίζεται εκατέρωθεν διά λίθων επίτηδες τοποθετημένων, οι οποίοι εξείχον κατά τό ήμισυ υπέρ τό έδαφος. Όπου τό έδαφος ήτο μαλακόν αντικατεστάθη δι' επιχώσεως μικρών λίθων και χώματος, επί τής επιφανείας δε τής επιχώσεως ταύτης φαίνεται ότι ετέθησαν πλακοειδείς λίθοι μετρίου μεγέθους, οί όποίοι απετέλεσαν τό έδαφος τής οδού».
Ένα εξαιρετικά καλοδιατηρημένο μέρος της Ιεράς Οδού, περίπου 200 μέτρων, έχει ανασκαφεί κοντά στο ιερό της Αφροδίτης στην Αφαία Σκαραμαγκά, όπου έχουν διατηρηθεί μέχρι και σήμερα αυλακιές-αποτυπώματα από τις ρόδες των διερχόμενων αρμάτων και αμαξιών. Από το σημείο αυτό έως την Ελευσίνα έχουν αποκαλυφθεί πολλαπλά μικρότερα τμήματα.
Το αρχαίο Χαϊδάρι
Το αρχαίο Χαϊδάρι, αναπτύχθηκε κατά μήκος της Ιεράς οδού και ήταν γνωστό κατά τους κλασσικούς και ελληνιστικούς χρόνους ως Έρμος. Μετά τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., με τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη, ο Έρμος αποτέλεσε έναν από τους πιο σημαντικούς δήμους της Ακαμαντίδας φυλής. Η περιοχή του Χαϊδαρίου, με το χαρακτηριστικό Λόφο του Προφήτη Ηλία, ήταν το σημείο αναφοράς για την άφιξη των επισκεπτών, αφού αποτελούσε το δυτικότατο άκρο της περιοχής των Αθηνών και η θέα από το λόφο πρόσφερε στους ταξιδευτές την ευκαιρία να θαυμάσουν τη λαμπρή Αθηναϊκή πολιτεία.
Ανασκαφές για το ΜΕΤΡΟ Αιγάλεω
Το πιο μεγάλο και καλοδιατηρημένο τμήμα της Ιεράς Οδού που ανασκάφηκε στο πλαίσιο των εργασιών για τον Μητροπολιτικό Σιδηρόδρομο Αθηνών είναι αυτό που εντοπίστηκε στην περιοχή του σταθμού «Αιγάλεω». Αυτό έχει μήκος πάνω από 20 μέτρα. Διακρίθηκαν πέντε επάλληλα οδοστρώματα, που χρονολογούνται στα Κλασικά και Ελληνιστικά χρόνια. Ο αρχαίος δρόμος προχωρά σχεδόν παράλληλα με τη σύγχρονη Ιερά Οδό μερικά μέτρα βόρεια από αυτήν.
Στο πλαίσιο της επέκτασης της Γραμμής 3 του ΜΕΤΡΟ αποκαλύφθηκαν αποσπασματικά 18 τάφοι διαφόρων ειδών, κεραμοσκεπείς, λακκοειδείς, πυρές, ένας εγχυτρισμός καθώς και οι πυθμένες τριών σαρκοφάγων. Όπως προαναφέρθηκε, ήταν εντελώς επιφανειακοί και κατά συνέπεια κατεστραμμένοι. Τα κτερίσματα τους διασκορπισμένα σε όλο το χώρο περιορίζονται σε λίγα πινάκια, αρυβαλλοειδή ληκύθια και κανθάρους που χρονολογούνται κυρίως στον 4ο αι. π.Χ. Γενικώς η κεραμική που συγκεντρώθηκε από όλον τον ανασκαφικό χώρο χρονολογείται από τον 5ο αι. π.Χ. μέχρι και τον 20ο αι. μ.Χ. εξαιτίας της επιφανειακής θέσης των αρχαίων αφ΄ ενός και των πολλαπλών παραβιάσεων του χώρου αφ΄ ετέρου.
Σε παλαιότερες σωστικές ανασκαφές, κυρίως στα έργα διαπλάτυνσης του σύγχρονου δρόμου, η Ιερά οδός είχε αποκαλυφθεί αποσπασματικά, μόνο όμως στην ανασκαφή της πλατείας Εσταυρωμένου η οδός αποκαλύφθηκε σε όλο της το πλάτος και σε τόσο μεγάλο μήκος. Για το λόγο αυτό, με την Υπουργική Απόφαση ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ03/36415/2329/30-7-1999 κηρύχθηκε διατηρητέα, ορατή και επισκέψιμη.
Η περιγραφή του περιηγητή Παυσανία
Ο σπουδαίος περιηγητής Παυσανίας ακολούθησε τη διαδρομή που έκαναν οι πιστοί της Δήμητρας, όταν μετέβαιναν στην Ελευσίνα για να μεταβεί από την Αθήνα στο ελευσινιακό ιερό, λίγο πριν από τα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. Έτσι περιέγραψε με μεγάλη ακρίβεια και λεπτομέρεια τα αρχαιολογικά μνημεία κατά μήκος της οδού. Χαρακτηριστικό είναι πως περιγράφοντας τη διαδρομή, αναφέρει ότι συνάντησε το Ιερό του Απόλλωνα στο Δαφνί. Εκεί ήταν μία από τις πιο σημαντικές στάσεις της πομπής προς το ιερό της Ελευσίνας. Μάρτυρας της ύπαρξης του ναού αποτελεί ο κίονας που είναι εντοιχισμένος στη Μονή Δαφνίου. (Τους υπόλοιπους τρεις τους είχε αρπάξει ο Έλγιν- εκτός των άλλων αρπαγών του- και τους είχε μεταφέρει στο Λονδίνο). Την ύπαρξή τους είχε επιβεβαιώσει και ένας άλλος Άγγλος περιηγητής και αρχαιολόγος, ο Edward Dodwell (1767-1832), που πέρασε από το Δαφνί το φθινόπωρο του 1805. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι υπήρχαν μερικοί μικροί ιωνικοί κίονες με τα κιονόκρανά τους. Οι κίονες σήμερα βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο μαζί με τα υπόλοιπα κλοπιμαία.
Μέχρι την Ελευσίνα και πριν από τον Σκαραμαγκά βρισκόταν σε λόφο το ιερό της Αφροδίτης. Μετά το ιερό ήταν τα ρέματα στους Ρείτους (σημερινό ύψος στη λίμνη Κουμουνδούρου) και η κοίτη του Κηφισού προς την Ελευσίνα που απειλούσε και τότε με πλημμύρες. Εκεί μάλιστα, όπως αναφέρεται, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Ανδριανός έφτιαξε γέφυρα με τέσσερα τόξα για να γλιτώσουν οι κάτοικοι και οι καλλιέργειες από τα απειλητικά νερά του ποταμού.
Ξεκινά την περιγραφή από την αρχή της Ιεράς Οδού, λίγο μετά τη διασταύρωση της σημερινής ομώνυμης οδού με τη Λεωφόρο Κωνσταντινουπόλεως. Στη συνέχεια, ξεκινούσε ο μεγάλος ελαιώνας της πεδιάδας του Κηφισού, που απλωνόταν έως το Χαϊδάρι. To μεγαλύτερο μέρος του αρχαίου ελαιώνα είχε διατηρηθεί μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Δυτικά της Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, στα νότια της Ιεράς οδού υπάρχει μέχρι και σήμερα περιφραγμένη η περίφημη «Ελιά του Πλάτωνα» που ήταν μέρος του ελαιώνα της περιοχής.
Μετά από λεπτομερείς περιγραφές μνημείων, φτάνει στο σημείο όπου η Ιερά Οδός διακλαδιζόταν. To ένα σκέλος είχε κατεύθυνση από ανατολή προς δύση, διερχόταν από το στενό πέρασμα μεταξύ του Αιγάλεω και του Ποικίλου όρους, έβαινε γύρω από τους πρόποδες του λόφου της Ηχούς (λόφος Καψαλώνας) και έστριβε στο σημείο όπου βρίσκονταν οι δύο λίμνες των Ρειτών. To άλλο σκέλος ανηφόριζε προς τα βόρεια, διερχόταν από την κορυφή του λόφου της Ηχούς και από εκεί κατηφόριζε, συνεχίζοντας τη βορεινή κατεύθυνση, προκειμένου να συναντήσει το άλλο σκέλος της Ιεράς Οδού στο ύψος της Λίμνης Κουμουνδούρου. Σε πολλά σημεία εκεί έχουν διατηρηθεί χαραγμένες στον βράχο τροχιές από τις ρόδες των αρμάτων. Στην κορυφή του λόφου της Ηχούς εντοπίστηκε από τον Ιωάννη Τραυλό μεγάλος τετράγωνος ασβεστόλιθος πλευράς 1,18 μέτρων και ύψους 0,47 μέτρων, ο οποίος ίσως χρησίμευε για να διαχωρίσει τις περιοχές Αθήνα και Ελευσίνα.
Η πορεία μετά τους Ρειτούς προς τα δυτικά οδήγησε τον Παυσανία στην όχθη του ελευσινιακού Κηφισού. Κοντά σε αυτόν τον Κηφισό ο Θησέας σκότωσε το ληστή που ονομάζονταν Πολυπήμων, επικαλούνταν όμως Προκρούστης. Ο ποταμός που αναφέρει ο περιηγητής δεν είναι σήμερα τίποτα περισσότερο από έναν ξεροπόταμο, ο οποίος είναι γνωστός ως Σαρανταπόταμος. Στην αρχαιότητα βέβαια ήταν ορμητικός, καθώς σχηματιζόταν από τα πολλαπλά ρέματα της δυτικής Πάρνηθας και του ανατολικού Κιθαιρώνα. Περνούσε μέσα από το Θριάσιο πεδίο και τους χειμερινούς μήνες πλημμύριζε τη νοτιοδυτική περιοχή της πεδιάδας καταστρέφοντας καλλιέργειες αλλά και τις ανατολικές παρυφές της αρχαίας πόλης της Ελευσίνας. Ο Παυσανίας πέρασε τον Ελευσινιακό Κηφισό από μεγάλη πέτρινη γέφυρα που είχε κατασκευαστεί από τον αυτοκράτορα Αδριανό στο σημείο συνάντησης του ποταμού με την Ιερά οδό. Η γέφυρα, μήκους γύρω στα 50 μ. και πλάτους 5,5 μ., σώζεται σήμερα σε πολύ καλή κατάσταση δίπλα στη σύγχρονη γέφυρα. 1 περίπου χιλιόμετρο μετά τη γέφυρα του Κηφισού, ο Παυσανίας έφτασε στον προορισμό του, για τον οποίο, όμως, δεν μας δίνει πολλές πληροφορίες. Επειδή είχε μυηθεί στη μυστηριακή λατρεία της Δήμητρας, ήταν δεσμευμένος με όρκο να μην φανερώσει καμία λεπτομέρεια για τις τελετές και όσα διαδραματίζονταν εκεί.
Η ανάδειξη της Ιεράς Οδού σήμερα
Με δεδομένη την έλλειψη της απαραίτητης προσοχής και φροντίδας για την ανάδειξη της Ιεράς οδού και της σημασίας της, πολλοί φορείς, συλλογικότητες, μεμονωμένοι πολίτες και πολιτικοί έχουν επισημάνει τη μεγάλη αρχαιολογική σημασία της και την ανάγκη για προστασία και ανάδειξη. Χαρακτηριστική στην κατεύθυνση αυτή είναι η ερώτηση του βουλευτή Κρίτωνα Αρσένη προς την Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη. Διαβάστε τη παρακάτω:
Ανακοίνωση ΜΕΡΑ25- Κρίτων Αρσένης :
“ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς Υπουργό Πολιτισμού & Αθλητισμού
Θέμα: Αρχαία Ιερά Οδός, 850 μέτρα σε Χαϊδάρι και λίμνη Κουμουνδούρου βρίσκονται σε επικίνδυνη εγκατάλειψη και απαιτούν προστασία
Σε συνέχεια των με απ 132/1.11.2021 και 256/26.11.2019 επίκαιρων ερωτήσεών μου για τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Δυτικής Αθήνας και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, επανέρχομαι στο θέμα με τους σωζόμενους κλάδους της αρχαίας Ιεράς Οδού και τη λίμνη Ρειτών.
Το ισχύον Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής (νόμος 4277/2014 – ΦΕΚ Α΄ 156/1-8-2014), με το άρθρο 15 παρ. 5 προβλέπει ως πολιτιστική-περιηγητική διαδρομή, τη σύνδεση του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας με τον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας, μέσω της Ιεράς οδού. Η διαδρομή αυτή αξιολογείται ως πολιτιστικού και αρχαιογνωστικού ενδιαφέροντος, δυνάμενη να αποκτήσει και περιηγητικό – φυσιογνωστικό ενδιαφέρον με την ανάδειξη των χώρων πρασίνου στον Διομήδειο κήπο, στο πευκοδάσος της μονής Δαφνίου, στο άλσος Χαϊδαρίου, πέριξ του Ιερού της Αφροδίτης, στη λίμνη Ρειτών – Κουμουνδούρου και στις παρυφές του Ποικίλου όρους.
Μεταξύ των αρχαιολογικών μνημείων που βρίσκονται κατά μήκος της διαδρομής αυτής είναι και τμήμα της βόρειας διακλάδωσης της αρχαίας Ιεράς οδού, που εκκινούσε από το Ιερό της Αφαίας Αφροδίτης, ανέρχονταν στοn λόφο της Ηχούς και από εκεί κατέρχονταν στις λίμνες των Ρειτών (Κουμουνδούρου). Από τη βόρεια διακλάδωση της Ιεράς οδού, ο Ιωάννης Τραυλός ανέσκαψε και ανέδειξε το κατηφορικό τμήμα (από την κορυφή του λόφου της Ηχούς έως το τούνελ της περιφερειακής Αιγάλεω), μήκους 230 περίπου μέτρων. Το τμήμα αυτό ωστόσο: α) Δεν έχει ακόμη κηρυχθεί ως αρχαιολογικός χώρος, παρά το γεγονός ότι έχει τοποθετηθεί πινακίδα με την ένδειξη “Αρχαιολογικός χώρος” στην κορυφή του, β) Εχει καλυφθεί από θαμνώδη βλάστηση σε όλο το μήκος του.
Από το ανηφορικό τμήμα της βόρειας διακλάδωσης, μήκους 1000 περίπου μέτρων, τα πρώτα 300 μέτρα έχουν καταστραφεί από τον οικισμό Αφαίας Σκαραμαγκά. Τα υπόλοιπα όμως 700 περίπου μέτρα, αφενός μεν έχουν αποτυπωθεί από τον Ιωάννη Τραυλό, αφετέρου δε, η διαδρομή τους είναι ακόμη διακριτή στο έδαφος, από το οποίο εξέχουν, κατά διαστήματα, οι πλευρικοί αναλημματικοί τοίχοι. Ειδικότερα το τμήμα αυτό εκκινεί από την οδό Δήμητρας του οικισμού Αφαίας και ανέρχεται ομαλά σε βορειοδυτική κατεύθυνση μέχρι την κορυφή του υψώματος της Ηχούς. Συνεπώς η ανασκαφή και η ανάδειξή του δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες.
Δυτικά του Ιερού της Αφαίας Αφροδίτης και μπροστά από ανενεργή επιχείρηση, σωστική ανασκαφική έρευνα που διενήργησε η Γ’ ΕΠΚΑ, έφερε στο φως τμήμα της νότιας διακλάδωσης της αρχαίας Ιεράς οδού, μήκους περίπου 300 μέτρων. Το τμήμα αυτό, εξαιρέθηκε από τις εγκαταστάσεις της επιχείρησης αναψυχής. Το 2010, σε ερώτηση στη Βουλή η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, απάντησε ότι προγραμματίζονταν η υλοποίηση μελέτης ανάδειξης και προστασίας του τμήματος αυτού της Ιεράς οδού. Μέχρι σήμερα όμως, δεν έχει υλοποιηθεί καμία μελέτη, ούτε έχει κηρυχθεί ο χώρος ως αρχαιολογικός.
Τέλος, η λίμνη Ρειτών (Κουμουνδούρου) έχει χαρακτηριστεί από το έτος 1974 ως ιστορικός τόπος και έχει οριστεί ζώνη προστασίας 50 μέτρων γύρω από αυτήν. Μέχρι σήμερα όμως δεν έχει ληφθεί κανένα μέτρο για την τοποθέτηση ενημερωτικών πινακίδων, δεν υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης από την βορειοδυτική της πλευρά, και εξακολουθεί να υπάρχει, μέσα στη ζώνη προστασίας των 50 μέτρων, παλαιά μάνδρα οικοδομικών υλικών (που δεν λειτουργεί πλέον) περιφραγμένη, με κτίσματα, που εμποδίζει την πρόσβαση στον περιβάλλοντα χώρο, έστω από απόσταση, για να μην διαταράσσεται το οικοσύστημα του υδροβιότοπου της λίμνης.
Ερωτάται η κ. Υπουργός:
Δεδομένου ότι η ανάγκη για ανασκαφικές εργασίες, συντήρηση, ανάδειξη, σήμανση, προστασία της βόρειας διακλάδωσης της αρχαίας Ιεράς οδού, του σωζόμενου τμήματος της νότιας διακλάδωσης και του περιβάλλοντα χώρου της λίμνης Ρειτών (Κουμουνδούρου) με την απομάκρυνση των υφιστάμενων, εντός της ζώνης προστασίας των 50 μέτρων, εκεί εγκαταστάσεων, για την υλοποίηση των προβλέψεων του ΡΣΑ-Α και την ανάδειξη της Ελευσίνας ως πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης το έτος 2023, είναι προφανής, δεσμεύεται να προχωρήσει άμεσα στις απαραίτητες ενέργειες;
Ο ερωτών Βουλευτής
Κρίτων Αρσένης”
Δε χρειάζεται να αναφέρω ότι τίποτε από όσα επισημαίνονται στην ερώτηση του κ.Αρσένη δεν έχει αλλάξει. Ούτε και καμία περαιτέρω προσοχή έχει δοθεί στις πολλαπλές «οχλήσεις» πολλών άλλων ενδιαφερόμενων φορέων και μεμονωμένων πολιτών προς την κατεύθυνση αυτή. Πώς να χαρακτηρίσει κανείς την αδιαφορία των αρμόδιων για κάτι τόσο σημαντικό; Η ιστορική μνήμη μάλλον δε νοείται ως άξια να προστατευθεί. Ίσως βέβαια δεν είναι και τόσο κερδοφόρα για να αποτελέσει μείζον θέμα προς ενασχόληση….
Κλείνω με τις εντυπώσεις του Αμερικανού συγγραφέα Henry Miller (1891-1980), ο οποίος επισκέφτηκε την περιοχή το 1939 και τις αποτύπωσε ως ακολούθως:
«Κανένας δεν πρέπει να περνάει την Ιερά Οδό με αυτοκίνητο – είναι ιεροσυλία. Πρέπει να την περπατά, όπως την περπατούσαν οι αρχαίοι, και να αφήνει όλο του το είναι να πλημμυρίζει φως. Έγινε από τα πόδια αφοσιωμένων παγανιστών πηγαίνοντας προς τη μύηση στην Ελευσίνα. Δεν υπάρχει πόνος ούτε μαστίγωμα της σάρκας που να συνδέονται με αυτή τη μυσταγωγική αρτηρία. Όλα εδώ μιλάνε τώρα, όπως αιώνες πριν, για μία φωταψία, μία εκτυφλωτική ευχάριστη φωταψία. Το φως αποκτά μία υπερβατική ιδιότητα: δεν είναι απλώς το φως της Μεσογείου, είναι κάτι παραπάνω, κάτι απροσμέτρητο, κάτι ιερό.»
Βιβλιογραφία- Πηγές:
-«Ιερά Οδός, Αναζητώντας το ίχνος», Αναστασία Λερίου, Εκδ. Αλέξανδρος- Δήμος Αιγάλεω
-Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής
-mixanitouxronou.gr